Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2014

Gilles Deleuze, Γράμμα για μια δριμεία κριτική, 1973*


…a harsh exercise in depersonalization

Individuals find a real name for themselves … only through the harshest exercises in depersonalization, by opening themselves up to the multiplicities everywhere within them, to the intensities running through them. [This is] a depersonalization through love rather than through subjection. 

Η δική μου γενιά υπήρξε μια απ’ τις τελευταίες που δολοφονήθηκε από τα βόλια της ιστορίας της φιλοσοφίας. Αυτή η τελευταία ασκεί μια έκδηλα καταπιεστική λειτουργία στο φιλοσο­φικό πεδίο, είναι ο Οιδίπους των φιλοσόφων. «Δεν θα τολμούσα να μιλήσω σε πρώτο πρόσωπο μέχρι να διαβάσω αυτό κι εκείνο, κι εκείνο πάνω σ’ αυτό, κι αυτό πάνω σ’ εκείνο». Στη γενιά μου, πολλοί έμειναν ευνουχισμένοι, ενώ άλλοι εξαντλήθηκαν ανακα­λύπτοντας προσωπικές μεθόδους και νέους κανόνες, μια νέα το­νικότητα. Σε ότι με αφορά, για πολύ καιρό «γέννησα» ιστορία της φιλοσοφίας, διαβάζοντας βιβλία του ενός ή του άλλου συγ­γραφέα. Με αντάμειψαν, όμως, με αποζημιώσεις κάθε είδους: προπάντων προτιμώντας συγγραφείς που συγκρούονταν με την ορθολογική παράδοση, πάνω στην οποία στηρίχτηκε η φιλοσο­φία της ιστορίας (υπάρχει, για μένα, μια μυστική σχέση ανάμεσα στον Λουκρήτιο, τον Χιούμ, τον Σπινόζα, τον Νίτσε, μια κόκκινη κλωστή αποτελούμενη από την κριτική του αρνητικού, την κουλ­τούρα της χαράς, το μίσος για την εσωτερικότητα, τον εξωτερικό χαρακτήρα των δυνάμεων και των σχέσεων, την κριτική της ε­ξουσίας κ.ο.κ.).

Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2014

Οι φυλακές και το αίνιγμα της νομιμότητας



Giovanni Battista Piranesi, The Gothic Arch,  The Imaginary Prisons

[αναδημοσίευση από το Red NoteBook]
Η βαρύτητα που έχει το θέμα της φυλακής στο δημόσιο λόγο υστερεί κατά πολύ της βαρύτητας που έχει το έγκλημα ή, πιο σωστά, ο λόγος περί ασφάλειας συναρθρωμένος με την εγκληματική δραστηριότητα.  Με βάση δε, όχι υποθέσεις εργασίας αλλά σκληρά ποσοτικά δεδομένα, η αύξηση του ποινικού πληθυσμού δε συμβαδίζει με ανάλογη αύξηση της εγκληματικότητας αλλά με την παραγωγικότητα και αυστηροποίηση του ποινικού μηχανισμού, τις μεταβολές στους ποινικούς θεσμούς και την ανασήμανση της λειτουργίας τους. Με διαδικασίες δηλαδή, όπου ο έλεγχος του εγκλήματος μετεγγράφεται ως προνομιακό αντικείμενο των πολιτικών διαχείρισης του κινδύνου, κυρίως σε περιόδους πολιτικής και οικονομικής κρίσης.
Συνάρτηση των παραπάνω είναι οι περιστάσεις αλλά και  ο τρόπος με τον οποίο εισάγεται το θέμα της φυλακής στο δημόσιο λόγο, κυρίως όταν κάποια γεγονότα [εξεγέρσεις, αποδράσεις, απεργίες πείνας] διαταράσσουν τη «σωφρονιστική κανονικότητα». Και λέγοντας σωφρονιστική κανονικότητα αναφέρομαι κυρίως στον άξονα του κυρίαρχου λόγου περί φυλακής/φρουρίου όπου απομονώνεται από την κοινωνία το επικίνδυνο εγκληματικό σύμπαν. Έτσι, οποιαδήποτε α-ταξία στους χώρους εγκλεισμού παράγει λόγους που εστιάζουν τόσο στα διαταρακτικά αποτελέσματα για την κοινωνία, εφόσον «ο αποκλεισμός δεν είναι τέλειος», όσο και στην ανάγκη περαιτέρω αυστηροποίησης των ποινικών θεσμών.